Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

Ρωτήθηκε κάποτε ένας ερημίτης...

- Πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους επαίνους και τα εγκώμια;

Και απάντησε.
- Να έχετε ταπείνωση και να γνωρίζεται καλά τον εαυτό σας. Να σας πω ένα παράδειγμα. Όταν σκαλίζω στο ξύλο την μορφή αγίου και τελειώνω, νομίζω ότι είναι καλή.

Την ξανακοιτάω μετά από λίγο και βλέπω ότι έχει ελλείψεις.

Αν βάλω τον φακό θα δω ότι δεν είναι τίποτα το σπουδαίο. Το ίδιο πάλι και με τα χέρια. Βλέπουμε ότι είναι καθαρά. Αν βάλουμε όμως τον φακό, θα δούμε ότι έχουν βρωμιά και πολλά μικρόβια.

Έτσι, να κοιτάμε προσεκτικά τον εαυτό μας και θα Βλέπουμε ότι δεν είμαστε τίποτα κι ας λέει ο κόσμος!

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

Συζήτηση με τον Κένεθ Κλάους


Για την προσευχή


«Τα πάθη που ταλαιπωρούν τον άνθρωπο και τον βαραίνουν, με την προσευχή και την προσοχή και συνετόν αγώνα φεύγουν, ο άνθρωπος καθαρίζεται και λάμπει.
Ο αγώνας όμως για το πάθος του εγωϊσμού είναι σκληρός και συνεχής. Πολύ δύσκολα απαλλάσεται ο άνθρωπος από αυτόν. Φεύγει όλως διόλου με τον θάνατον».
Γέρων Σωφρόνιος





Κάναμε περίπατο με τον Γέροντα στον δρόμο έξω από το Μοναστήρι. Μου μιλούσε για την προσευχή, πόσο βοηθάει τον άνθρωπο. Η προσευχή του πνευματικού, έλεγε, είναι αποτελεσματική, όταν γίνεται αποδεκτή. Αλλά στις περιπτώσεις που δεν επηρεάζει η προσευχή για να λυθεί κάποιο πρόβλημα, να αναπαύσει και να φωτίσει τον άνθρωπο, τότε σημαίνει ότι ο άνθρωπος για τον οποίο προσεύχεσαι έχει ένα βαθύτερο προσωπικό πρόβλημα, που πρέπει να το εντοπίσει και να ταπεινωθεί. Τότε η προσευχή ενεργεί πολύ αποτελεσματικά.
Κάποτε μια φίλη μου, που είχε ένα σοβαρό πρόβλημα και δεν έβρισκε λύση και παρηγοριά για πολλά χρόνια, πήγε να ιδεί τον Γέροντα με το παράπονο πως κανείς δεν μπορεί να την βοηθήσει, εννοώντας και τον Γέροντα. Ο Γέροντας χωρίς να ακούσει το παράπονό της, της λέει:
‐ Αν οι προσευχές μας δεν μπορούν να βοηθήσουν, τότε κάτι υπάρχει μέσα σου πολύ βαθύ ατακτοποίητο. 
Αναμνήσεις από το γέροντα Σωφρόνιο 
Δήμητρας Δαβίτη



Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Σύναξις Αρχαγγέλων



Aγ. Νικοδήμου του Αγιορείτη
Αν ίσως, αγαπητοί μου Πατέρες και αδελφοί, ήθελε δοθή εις έμέ τον ταπεινόν το χάρισμα τούτο, το να αποκτήσω δηλαδή μίαν γλώσσαν από έκείνας όπου έχουσιν οι Άγγελοι, ως λέγει ό του Χριστού Απόστολος Παύλος, εάν τάς γλώσσας των Αγγέλων λαλώ, βέβαιον και ακόλουθο ήταν ότι με την άγγελικήν αυτήν γλώσσαν ήθελε δυνηθώ να εγκωμιάσω κατ’ αξία τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ, τους Αρχαγγέλους του Κυρίου· διότι φυσικώ τω τρόπω, κάθε όμοιον με το όμοιον πάλιν δύναται να επαινεθή και εις τους άλλους να παρασταθή. Ανίσως και είχα μίαν από τάς πύρινους και άΰλους έκείνας γλώσσας όπου εδόθησαν εις τους ιερούς και θείους Αποστόλους, πρεπόντως ήθελε λαλήσω τα υπερφυσικά εγκώμια των πύρινων και άύλων Αρχιστρατήγων. Άνίσως —καν το ελάχιστον— ήθελε έχω καθαρισμένη την γλώσσαν μου, ωσάν ό Ησαΐας από την Σεραφική εκείνη λαβίδα, ήταν έλπίς ότι ήθελε ειπώ κάποιον τι άξιον της των Ταξιαρχών μεγαλοπρέπειας. Άλλ’ επειδή είμαι στερημένος όλων τούτων των καλών και γλώσσαν έχω όχι άγγελικήν, άλλ’ ανθρώπινη όχι πύρινη, αλλά πήλινη όχι άυλον, άλλα υλική όχι καθαράν, άλλ’ ακάθαρτον και προς τούτοις όχι ρητορική και ευμέθοδον, άλλ’ αμαθή και αμέθοδο —τι πρέπει να προσμένητε; Το να ακούσητε δηλαδή ολίγα τινά και ευτελή περί των ιερών Αρχαγγέλων. Αφήνων λοιπόν εις ένα μέρος το να εξετάσω οποία είναι ή φύσις των Αρχαγγέλων και πότε δημιουργήθησαν, και πώς και πού και τίνι τρόπω νοούσι, και πώς μεταβαίνουσιν από τόπου εις τόπον, και τα άλλα αγγλοπρεπή αυτών ιδιώματα, περί των οποίων οι Θεολόγοι διδάσκουσι, και μάλιστα ή φιλάγγελος και μεγαλόδοξος γλώσσα Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, θέλω αποδείξει μόνον εις το παρόν εγκώμιο ότι ό θείος Μιχαήλ και ό ιερός Γαβριήλ εστάθησαν οι εξαίρετοι ύπηρέται των εξαίρετων ενεργειών και έργων του Παντοδυνάμου Θεού· και προσέχετε δια να το καταλάβητε.
Δύο είναι κατά τους Θεολόγους αί κυριώτεραι ενέργειαι και τα εξαίρετα προσόντα και ιδιώματα του αγίου Θεού: το εν ή δικαιοσύνη, ήτις και απονομία και κρίσης ονομάζεται, και το άλλο ή Αγαθότης, ήτις και χρηστότης και ευσπλαχνία και έλεος ονομάζεται· περί ων λέγει ό Δαβίδ· έλεον και κρίσιν ασομαί σοι Κύριε. Με την δικαιοσύνην ό Θεός κρίνει και παιδεύει τους ανθρώπους, όταν αμαρτάνωσι και δεν φυλάττωσι τάς eντολάς του και με την αγαθότητα πάλιν τους ελεεί και ευσπλαγχνίζεται.
Τώρα ό Αρχάγγελος Μιχαήλ έρχεται να είναι ό εξαίρετος Άγγελος της του Θεού δικαιοσύνης, διότι αυτόν βλέπομεν να μεταχειρίζηται υπηρέτη εις το να παιδεύη μεν και να σωφρονίζη τους κακούς, να φυλάττη δε και να υπερασπίζηται τους καλούς· καθώς τούτο είναι φανερό και από πολλά άλλα μέρη της θείας Γραφής και μάλιστα από τον θάνατον μεν όπου έδωκεν ό Μιχαήλ εις τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων, διαφύλαξιν δε και ζωήν εις τα πρωτότοκα των Εβραίων.
Ό δε Αρχάγγελος Γαβριήλ φαίνεται να είναι ό εξαίρετος Άγγελος της αγαθότητας και ευσπλαχνίας του Θεού, διότι αυτόν βλέπομεν να μεταχειρίζηται υπηρέτη, όταν έχη να κάμη εις τινας καμμιάν εξαίρετων εύσπλαγχνίαν και έλεος· καθώς και τούτο ομοίως είναι φανερό και από άλλα πολλά, μάλιστα δε από τα αγαθά ευαγγέλια οπού έφερε εις τον κόσμον ό Γαβριήλ, του μεγάλου ελέους της ελεύσεως του Χριστού.
Τρία είναι τα εξαίρετα και μεγαλύτερα έργα οπού έκαμε ό Θεός: πρώτον ή δημιουργία του νοητού κόσμου, δεύτερον ή δημιουργία του αισθητού κόσμου και τρίτον ή ένσαρκος οικονομία του Θεού Λόγου. Και εις τα τρία ταύτα πρώτους και εξαίρετους υπηρέτας μεταχειρίζεται τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ.
Δημιουργεί πρώτον ό Θεός τον νοητό κόσμο εκ του μη όντος εις το είναι, ήτοι τον εμπύρινον λεγόμενον ουρανόν, και τον γεμίζει, ωσάν από τόσα λαμπρότατα άστρα, από τα μυριάριθμα πλήθη των άυλον Αγγέλων, τον στολίζει από τάς τρεις τριαδικάς Ιεραρχίας: των Θρόνων, Χερουβείμ και Σεραφείμ· των Κυριοτήτων, Δυνάμεων και Εξουσιών των Άρχων, Αρχαγγέλων και Αγγέλων και επάνω εις όλα ταύτα τα εννέα τάγματα κατασταίνει πρώτους ηγεμόνας και διδασκάλους τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ. Και τίνι τρόπω; Ακούσατε:
Ό Μιχαήλ, με το να εστάθη ευγνωμονέστατος δούλος του Θεού Παντοκράτορας, έκαμε νοητό πόλεμον εις τον Ούρανόν με τον αποστάτη διάβολο και τους αγγέλους του, όταν υπερηφανεύθηκαν κατά του Θεού του ζώντος και εκρήμνισεν αυτούς εις τα καταχθόνια της γης, καθώς είναι γεγραμμένον εις την Ιεράν Αποκάλυψιν: Και έγένετο πόλεμος εν τω ουρανώ ό Μιχαήλ και οι Άγγελοι αυτόν πολέμησαν μετά του δράκοντας… και εβλήδη ό δράκων ό μέγας, ό όφις ό αρχαίος, ό καλούμενος διάβολος και ό σατανάς, ό πλανών την οικουμένη όλην, εβλήθη εις την γήν, και οί άγγελοι αυτού μετ’ αυτού εβλήθησαν. Όθεν δια την μεγάλην ανδραγαθία ταυτην όπου έκαμε κατεστάθη πρώτος επάνω εις όλα τα εννέα τάγματα των Αγγέλων και τους δίδαξε να φυλάττουν προς τον Θεόν ευγνωμοσύνη, υπακοή, ταπείνωσιν και διαμονή μετ’ αυτού παντοτινή και αχώριστο.
Ό δε Γαβριήλ, με το να ενεπιστεύθη μόνος από όλους τους άλλους Αγγέλους το μυστήριον της ενσάρκου οικονομίας, καθώς λέγει ό θείος Χρυσόστομος —συν αύτω δε και οί εις τον Ευαγγελισμό μελωδοί σοι μόνω θαρρών το μυστήριον και έγινε ό πρώτος και εξαίρετος τούτου υπηρέτης από την αρχήν έως τέλους, κατεστάθη και ό πρώτος ηγεμών και διδάσκαλος όλων των αγγελικών ταγμάτων, έως και αυτών των ανωτάτων Χερουβείμ και Σεραφείμ, και τους δίδαξε όλους τους απόκρυφους λόγους και γνώσεις οπού μέσα εις το βάθος του μυστηρίου τούτου σκεπάζονται. Και αν ό Παύλος λέγει ότι δια της Εκκλησίας εγνωρίσθη ταίς Αρχαίς και ταίς Εξουσίαις ή πολυποίκιλος σοφία του Θεού, τούτο πρέπει να νοήται ότι έγινε δια μεσιτείας του θείου Γαβριήλ, ό οποίος καθώς έμαθε αμέσως παρ’ αυτού του σαρκωθέντος Λόγου και του τούτω συνόντος Αγίου Πνεύματος την πολυποίκιλο ταυτην σοφία —ήτις είναι κατά τον Νύσσης Γρηγόριο το να νικήση ό Θεός τα εναντία με τα εναντία: την ύπερηφάνειαν με την ταπείνωσιν, την δόξαν με την άτιμίαν, την δύναμιν με την άσθένειαν, την σοφία με την μωρίαν— και ούτω μετέδωκε την πολυποίκιλο ταυτην σοφία και εις όλας τάς τάξεις των Αγγέλων χωρίς να φθονήση, λέγων εις αύτάς εκείνο του Σολομώντος: αδόλως έμαθαν, αφθόνως μεταδίδωμι.
Ότι δε ό Γαβριήλ εστάθη πρώτος εις όλα τα εννέα τάγματα και εκ τούτου είναι φανερό: Είναι κοινή δόξα της Εκκλησίας και μάλιστα και του Άββά Ισαάκ ότι από τον Χριστόν λαμβάνουσι κάθε φωτισμό όλαι αϊ τάξεις των Αγγέλων, αναβαίνοντας κατά Παύλον υπεράνω πάσης Αρχής και Εξουσίας και Δυνάμεως και παντός ονόματος εν τω μέλλοντι αίώνι ονομαζόμενου. Ομοίως είναι κοινή δόξα ότι από την Θεοτόκο, ανωτέρα ούσα των Σεραφείμ ασυγκρίτως, πάσαι φωτίζονται αϊ Αγγελικέ τάξεις, ως μάλιστα τούτο λέγει ό Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (λόγω πρώτο εις τα ΕΙΣΟΔΙΑ και λόγω εις την Κοίμησιν). Επειδή δε πλησιέστερος του Χριστού και της Θεοτόκου άλλος δεν είναι από τον Γαβριήλ, λοιπόν δι` αυτού φωτίζονται πασαι αί των Αγγέλων τάξεις. Ει γαρ και ό θείος Διονύσιος λέγει ότι πρώτη τάξις είναι ή των Θρόνων και ογδόη ή των Αρχαγγέλων, αλλά τούτο νοείται προ της ενανθρωπήσεως· μετά την ενανθρώπισιν γαρ ανεστράφη ή τάξις κατά τον άγιον Ισαάκ και οι πρώτοι έγιναν έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι.
Και τοιουτοτρόπως και οι δύο ομού Αρχάγγελοι, ό Μιχαήλ και ό Γαβριήλ, με το ιερόν αυτό και τελειοποιόν μάθημα της αγίας ταπεινώσεως όπου παρέδωκαν εις όλους τους Αγγέλους, τους τελείωσαν και τους έκαμαν να είναι όχι μόνον δυσκίνητοι εις το κακόν, καθώς ήταν προτήτερα κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο , αλλά και πάντη ακίνητοι εις την κακίαν και άτρεπτοι, ως λέγει ό μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος και ό ιερός Νικήτας και ό σχολιαστής Γρηγορίου του Θεολόγου .
Δημιουργεί δεύτερον ό Θεός εις εξ ημέρας τον αισθητόν τούτον κόσμον, στολίζει τον ούρανόν με τα πολυποίκιλα άστρα και τους φωστήρας, καλλωπίζει την γήν με τα διάφορα φυτά και ζώα, γεμίζει τον αέρα από τα γλυκύτατα των πετεινών κελαδήματα, τελευταίον δημιουργεί τον άνθρωπον και τον βάλλει εις τον Παράδεισον και τον διορίζει να φύλαξη την παρά πάντων εγνωσμένη θείαν του εντολή. Άλλ’ ό άνθρωπος —οίμοι!— γίνεται παραβάτης της εντολής και εξορίζεται από τον Παράδεισον της τρυφής εις ταύτην την πολύδακρυν γήν. Καί εδώ πάλιν μεταχειρίζεται ό Θεός τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ εξαίρετους ύπηρέτας της προνοίας και κρίσεως όπου έδειξε εις τον άνθρωπον εν διαστήματι πέντε και ήμισυ χιλιάδων χρόνων. Δια τούτο ό μεν θείος Μιχαήλ, ευθύς οπού εξωρίσθη ό Αδάμ, συμπόνεσε την συμφορά του και τον δίδαξε —ως άπειρον έτι όντα— πώς να γεωργή την γήν, πώς να σπείρη, πώς να θερίζη και απλώς πώς να κυβερνά την πολύμοχθο του ζωήν από τροφήν έως ενδύματα, καθώς είναι γνώμη τινών ιεροδιδασκάλων της Εκκλησίας. Αυτός ό ίδιος Μιχαήλ δεν έλειπε από το να προνοείται και να διαφυλάττει όλους τους προ Νόμου Προπάτορας: τον Σήθ, τον Ένώς, τον Ενώχ, τον Νώε, τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ και τους δώδεκα Πατριάρχες· τώρα μεν οδηγών αυτούς εις την έπίγνωσιν του μόνου αληθινού θεού, τώρα δε παιδεύων και τιμωρών όλους εκείνους οπού ήθελε του εναντιωθούν. Αυτός έστάθη ό παιδαγωγός και δημαγωγός όλου του Ισραηλιτικού λαού προπορευόμενος και συμπορευόμενος με αυτόν, νικών τα αλλόφυλα έθνη όπου τον πολεμούν και οδηγών αυτούς εις την γήν της επαγγελίας.
Και εδώ είναι άξιον να θαυμάσωμεν την μεγαλειότητα του θείου Μιχαήλ. Διότι, τα μεν έθνη τα διεμοιράσθησαν οι Άγγελοι και επεστάτει ένας εις ένα έθνος και άλλος εις άλλο, τον δε Ισραηλιτικό λαόν δεν επήρε Άγγελος εις την μερίδα του, άλλ’ αυτός ό ίδιος ό Θεός, καθώς λέγει ό Μωυσής εις την ωδή: Έστησε όρια εθνών κατά αριθμόν Αγγέλων Θεού, και εγεννήθη μερίς Κυρίου λαός αυτόν Ιακώβ. Και όμως αυτός ό Θεός λέγει πολλαίς φοραίς εις τον Μωϋσή ότι αντί εαυτού θέλει δώσει επιστάτη εις τον Ισραήλ τον Άγγελόν του, ήτοι τον θείον Μιχαήλ, καθώς ερμηνεύουσιν οι διδάσκαλοι. Διό και ό Αρεοπαγίτης Διονύσιος λέγει ότι ή θεολογία άρχοντα του Ιουδαίων λάου τον Μιχαήλ ονομάζει. Βλέπετε προνόμια; Βλέπετε πώς ό Μιχαήλ έστάθη ό αόρατος μεσίτης και διάκονος δια μέσου του οποίου έδωκεν ό Θεός τον Νόμον εις τον Μωϋσή εν τω ορει τω Σινά; Διότι, αν ό νόμος εδόθη δια των άλλων Αγγέλων, ως λέγει ό Παύλος: ει ό δι’ Αγγέλων λαληθείς λόγος και πάλιν: τι ούν ό νόμος;.., διαταγής δι’ Αγγέλων εν χειρι μεσίτου , πόσο μάλλον εδόθη δια του Αρχαγγέλου αυτών Μιχαήλ;
Ό δε θειος Γαβριήλ δεν έλειπε και αυτός τώρα μεν να ευαγγελίζηται τα χαροποιά μηνύματα της γεννήσεως πολλών στείρων προ νόμου και μετά τον νόμον, τώρα δε να σαφηνίζη εις τους Προφήτας τάς αποκαλύψεις και οράματα όπου εβλεπον και δια τούτων πάντων να τους οδηγή εις την πίστιν του ελευσομένου Μεσσία· καθώς και ονομαστί φέρεται ό Γαβριήλ εις την θείαν Γραφήν ότι συνέστησε φανερότατα εις τον Προφήτη Δανιήλ όχι μόνον πώς έχει να γεννηθεί και να σταυρωθεί ό Χριστός, αλλά και εις πόσους χρόνους έχουν ταύτα να γίνουν.
Και οί δύο ομού Αρχάγγελοι φαίνονται φανερά ενωμένοι εις την προφητεία του Δανιήλ την αναγνωσθείσαν άφ’ εσπέρας, έχουσα ούτως: Ό Δανιήλ νήστευσε είκοσι μίαν ημέρας εις την Βαβυλώνα και παρακαλεί τον Θεόν δια να ελευθέρωση τους Εβραίους από την αιχμαλωσία των Περσών και Βαβυλωνίων. Ό Αρχάγγελος Γαβριήλ πρόσφερε του Δανιήλ την δέησιν έμπροσθεν τον Θεού. Ό δε Άγγελος όπου ήταν άρχων εις εκείνα τα έθνη αντεστέκετο και μπόδιζε την ελευθερία των Εβραίων —όχι με κακόν σκοπό, αλλά διότι πολλοί από τους ειδωλολάτρες συναναστρεφόμενοι με τους Εβραίους πίστευαν εις τον αληθή Θεόν, καθώς ερμηνεύει ό Ιερώνυμος· ίσως δε μπόδιζε και διότι δεν απεκαλύφθη θεόθεν ή των Εβραίων ελευθερία— άλλ’ ό άρχων Μιχαήλ ήλθε και βοήθησε εις τον Γαβριήλ και ούτω δια των δύο Αγγέλων ηλευθερώθησαν οί Ιουδαίοι.
Τέλος πάντων ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, οτε έμελλε να έλθη εις τον κόσμον ό Υιός του Θεού δια να τελείωση το μέγα και εξαίρετων έργον της σωτηρίας των ανθρώπων. Και εδώ πάλιν εξαίρετους ύπηρέτας του μεταχειρίζεται τους δύο Αρχαγγέλους· με ταύτην όμως την διαφοράν: ότι ό Γαβριήλ γίνεται πρώτος και Ο Μιχαήλ δεύτερος· διότι έπρεπε ό Γαβριήλ, όστις δήλοι «Θεός και άνθρωπος» κατά τον άγιον Πρόκλον, να γίνη και πρώτος λειτουργός του Θεανθρώπου Λόγου. Όθεν αυτός ό θεοειδέστατος Γαβριήλ μόνος αποκαλύπτεται το μυστήριον τούτο, ως είπωμεν. Αυτός και αποστέλλεται προς την Παντοβασίλισσαν και Αειπάρθενο Μαριάμ και της φέρει τα της χαράς ευαγγέλια, λέγων εις αυτήν τον κοσμοσωτήριο ασπασμό, το Χαίρε Κεχαριτωμένη, ό Κύριος μετά σου. Αυτός ό ίδιος Γαβριήλ ευαγγελίζεται εις τους ποιμένας τα χαρμόσυνα γενέθλια του σαρκωθέντος Δεσπότου, οδηγεί δι’ αστέρος τους μάγους, μηνύει κατ’ όναρ εις τον Ιωσήφ να καταβή εις Αίγυπτο ν και εκείθεν πάλιν να άναβή εις γήν Ισραήλ, ευαγγελίζεται εις τάς Μυροφόρους την Ανάστασιν του Σωτήρος και εν τη Ανάληψη καταβάς προλέγει εις τους Αποστόλους την δευτέραν έλευσιν του αναληφθέντος Χριστου.
Ομοίως και ό θείος Μιχαήλ θέλουσιν τίνες ότι αυτός να ήταν ό Άγγελος όπου ενίσχυσε και δυνάμωσε τον Ιησούν αγωνιώντα δια το πάθος, ως λέγει ό ιερός Λουκάς: ήλθε άπ’ ουρανού Άγγελος ενισχύων αυτόν, συμπεραίνοντας τούτο από την ονομασία του, επειδή Μιχαήλ θέλει να ειπεί «δύναμις Θεού»· δύναμις δε και ισχύς είναι το αυτό. Αυτός συν τω Γαβριήλ ευηγγέλισε την Άνάστασιν εις τάς Μυροφόρους, ως λέγει ό Δαμασκηνός Ιωάννης εις τον των Αρχαγγέλων κανόνα. Αυτός συν τω Γαβριήλ προείπε εις τους Μαθητάς την ελευσιν Χριστού του αναληφθέντος. Αυτός λέγουσι να λύτρωσε τον Απόστολο Πέτρο από την φυλακήν και επέταξε τον Ηρώδη και έγινε σκωληκόβρωτος. Είδετε τώρα πώς ό Μιχαήλ και ό Γαβριήλ έστάθησαν οί δύο εξαίρετοι ύπηρέται των εξαίρετων ενεργειών και έργων του Θεού, καθώς ήταν ή πρότασίς μας;
Και λοιπόν ό Μιχαήλ και ό Γαβριήλ είναι οί δύο φωτεινότατοι οφθαλμοί του παντεπόπτου Θεού με τους οποίους βλέπει και φωτίζει όλον τον ορατόν και αόρατο κόσμον. Μιχαήλ και Γαβριήλ είναι αϊ δύο κραταιόταται χείρες του Παντοκράτορας, με τάς οποίας διοικεί όλα τα πάντα, ουράνια και επίγεια. Μιχαήλ και Γαβριήλ είναι οί δύο ταχύτατοι και μυριόπτεροι πόδες του πανταχού παρόντος Κυρίου, με τους οποίους περιέρχεται και εμπεριπατεί όχι μόνον την οικουμένη όλην, άλλ’ έως και αύτάς τάς άϋλους ψυχάς των ανθρώπων, έως και αύτάς τάς σκοτεινοτάτας αβύσσους. Δια τούτο εις μίαν στιγμήν βλέπεις αυτούς να εύρίσκωνται εις το ένα άκρον του κόσμου και εις την άλλην στιγμήν να εύρίσκωνται εις το άλλο άκρον, τώρα να θαυματουργούσιν εις την στεριά και τώρα να αρπάζωσιν από τα βάθη της αβύσσου τους καταβυθισθέντας.
Μιχαήλ, Ο Άγγελος του θείου φόβου· Γαβριήλ, ό Άγγελος της θείας χαράς. Μιχαήλ, ή παιδευτική δεξιά του Δικαίου· Γαβριήλ, ή ελεημονητική δεξιά του Φιλάνθρωπου. Μιχαήλ, ό επί των δυνάμεων Γαβριήλ, ό εξ απορρήτων. Μιχαήλ, το βλοσυρό όμμα του Κριτου· Γαβριήλ, το ήμερων βλέμμα του Προνοητού. Μιχαήλ, αί φοβεραι φωναί και βρονταί και αστραπαί καί σάλπιγγες της καταβάσεως του Θεού εν τω Όρει Σινά Γαβριήλ, αί γαληναί αύραι, οί ήμεροι ασπασμοί, τα ιλαρά φώτα καί αί αψοφητί επί πόκον ερχόμενε σταγόνες της καταβάσεως του Θεού Λόγου εις την κοιλίαν της Μαριάμ. Μιχαήλ, ό έξοχος διάκονος του Παλαιού Νόμου· Γαβριήλ, ό εκλεκτός υπηρέτης της νέας χάριτος του Ευαγγελίου.
Ό Μιχαήλ είχε λόγον της εισαγωγικής πράξεως, διότι υπηρετεί εις τον Νόμον, όστις κατά Παύλον παιδαγωγός γέγονεν ημίν εις Χριστό ό Γαβριήλ είχε λόγον τελειωτικής θεωρίας, διότι υπηρετήσαν εις το μυστήριον του Χριστού, όστις ήτο το τέλος του Νόμου καί το συμπέρασμα. Ό Μιχαήλ ήταν αρχή καί ό Γαβριήλ τέλος. Ό Μιχαήλ προπαιδευτής και ό Γαβριήλ τελειωτής. Ό Μιχαήλ Άλφα καί ό Γαβριήλ Ωμέγα. Άλλα δεν ήταν ενάντιοι ή ασύμφωνοι αναμεταξύ των, μη γένοιτο· άλλ’ ως ούτε πράξης είναι χωρίς την θεωρίαν ούτε ή θεωρία χωρίς την πράξιν κατά τους Πατέρας, τοιουτοτρόπως ούτε ό Μιχαήλ είναι χωρίς τον Γαβριήλ ούτε ό Γαβριήλ χωρίς τον Μιχαήλ. Καθώς ό Νόμος περιέχεται εν τω Ευαγγελία καί το Εύαγγέλιον εν τω Νόμω, τοιουτοτρόπως εν τω Μιχαήλ ευρίσκεται ό Γαβριήλ καί εν τω Γαβριήλ ευρίσκεται ό Μιχαήλ καί ένας με τον άλλον είναι ηνωμένοι περισσότερον παρά όπου είναι ή ψυχή με το σώμα. Δια τούτο, οπού ό Μιχαήλ εκεί καί ό Γαβριήλ καί οπού ό Γαβριήλ εκεί καί ό Μιχαήλ. Πάντοτε καί πανταχού οί δύο αχώριστοι· αχώριστοι εις τον Ούρανόν, αχώριστοι εις την Πάλαιαν Διαθήκην, αχώριστοι εις την Νέαν. Καί εις τάς θαυματουργίας αχώριστοι. Καί αν ό Μιχαήλ παιδεύη τους κακούς, τους παιδεύει προς σωφρονισμόν, δια να φοβώνται την δύναμιν καί μεγαλειότητα του Θεού καί μη καταφρονούν αυτήν από την πολλήν αυτού αγαθότητα. Καί αν ό Γαβριήλ πάλιν τους ευσπλαγχνίζεται, τούτο το κάμνει, δια να ελπίζουν καί μη έλθουν εις απελπισμό από τον πολύν φόβον. Καί οί δύο ομού ένα σκοπό έχουν: την σωτηρίαν των ανθρώπων καί το να πληρώσουν το του Θεού πανάγαθο θέλημα, ως τούτου αγαθοί Αγαθάγγελοι.
Δεν είναι ανάμεσα εις τους δύο Αρχαγγέλους κανένας πρώτος, όχι! Διότι ή υπερβάλλουσα αγάπη οπού έχουν τους αναγκάζει να γίνεται ό εις τον άλλον δεύτερος. Δεν είναι ανάμεσα εις αυτούς δεύτερος, διότι ή ίση αρχαγγελική αξία οπού έχουν τους θέλει να είναι ό καθείς πρώτος. Ώστε καί οί δύο είναι καί οί πρώτοι, καί οί δύο είναι καί οί δεύτεροι. Καί ποίοι άλλοι είναι οί δύο λαμπρότατοι φωστήρες, με τους οποίους εστόλισεν ό Θεός τον εμπύρινον ούρανόν του αγγελικού διακόσμου, ίσοι εις το μέγεθος, ίσοι εις την αξία, ίσοι εις την λαμπρότητα, ίσοι εις την ταχύτητα, παρά οί δύο Αρχάγγελοι; Ποίοι άλλοι είναι οί δύο ουράνιοι πόλοι, ό αρκτικός και ό ανταρκτικός, ό βόρειος και ό νότιος, επάνω εις τους οποίους κυκλογυρίζει ό Θεός το νοητό της Εκκλησίας στερέωμα, παρά οι δύο Αρχάγγελοι; Ποίοι άλλοι είναι οί δύο εκείνοι περιφανείς στύλοι, τους οποίους Έστησε ό Σολομών έμπροσθεν του οίκου Κυρίου (και Σολομών εποίησε δύο στύλους έμπροσθεν του οίκου;), ειμή οί δύο Αρχάγγελοι, τους οποίους Έστησε ό ειρηνικός «Σολομών» Χριστός έμπροσθεν του άνω καί κάτω κόσμου, δια να τους βλέπουν όλοι οί εισερχόμενοι καί να θαυμάζουν την μεγαλειότητα των καί να επικαλώνται την βοήθειάν των; Της οποίας δια να έχομεν πολλήν χρείαν διώρισεν ή Εκκλησία να τελήται ή Σύναξις των Αρχαγγέλων κάθε Δευτέραν.
Καί λοιπόν, αν κατά τους Θεολόγους οί Θρόνοι κρίνωσι, τα Σεραφείμ μας θερμαίνωσι, τα Χερουβείμ μας σοφίζωσιν, αί Κυριότητες κελεύωσιν, αί Δυνάμεις ενεργώσιν, αί Εξουσίαι διατηρώσιν, αί Αρχαί εθναρχώσιν, οί Αρχάγγελοι τα της πίστεως διοικώσι καί οί Άγγελοι λειτουργώσιν, όμως ό Μιχαήλ καί ό Γαβριήλ ως τούτων πάντων ταξιάρχαι περισσότερον μας κρίνουσι, μας θερμαίνουσι καί μας σοφίζουσι, περισσότερον μας κελεύουσι, μας ενεργούσι καί μας διατηρούσι, περισσότερον ενθαρχούσι, διοικούσι την πίστιν καί μας λειτουργούσι. Καί αν κατά τον αγιον Νικήταν αί ανώτεραι τρεις τάξεις των Αγγέλων δοξολογούσιν απαύστως την Αγίαν Τριάδα με τον ύμνον Γέλ, Γέ λ, όπερ δήλοι «ανακυκλισμός» (καί «ανακάλυψης» κατά τον κρυφιομύστην Διονύσιο) καί αι μέσαι τρεις τάξεις με το Άγιος, Άγιος, Άγιος, καί αί ύστερε τρεις τάξεις με το Αλληλούια, αλλά της τοιαύτης ακαταπαύστου δοξολογίας προεξάρχοντες καί συμμελωδοί καί συν-θεολογούντες είναι ό Μιχαήλ καί ό Γαβριήλ.
Κατά άλήθειαν απορώ, αδελφοί, καί δεν ήξεύρω τι να ειπώ περί των θαυμαστών Αρχαγγέλων! Βλέπω εικονισμένο τον θειότατο Μιχαήλ, όλον φοβερόν εις το είδος, όλον αστραπόμορφο εις την όψιν, όλον αρματωμένο εις τάς χείρας, καί από τον φόβον μου καθηλούνται κατά τον Προφήτη αϊ σάρκες μου, αφήνω τον κόσμον καί μελετώ την ώρα όπου έχω να αποθάνω. Βλέπω καί τον θείον Γαβριήλ, όλον ημερότατων εις το είδος, όλον χαριέστατον εις την θέαν, όλον γαληνότατον εις όλα τα μέλη, καί παρευθύς λησμονώ τον θάνατον, λησμονώ τον φόβον, καί όλος ένθους από την χαράν καί την ηδονή γίνομαι. Στοχάζομαι από το εν μέρος τα φοβερά θαυμάσια του Μιχαήλ, εδώ να θερίζη με την σπάθη του χιλιάδας ανθρώπων, εκεί να ανασπά ψυχάς αμαρτωλών ανελεήμονος, καί έμφοβος γίνομαι καί την δικαίαν κρίσιν του Θεού δειλιώ καί παρ’ ολίγον απογινώσκομαι. Στοχάζομαι από το άλλο μέρος καί τα κοσμοχαρμόσυνα ευαγγέλια του ωραιότατου Γαβριήλ, καί πληρούμαι όλος από ελπίδας, καί του Κριτου την φιλανθρωπία εννοώ, καί παρ’ ολίγον ένδον της βασιλείας των ουρανών γίνομαι. Βλέπω καί τους δύο Αρχαγγέλους ομού, καί μοί φαίνεται ότι βλέπω τους δύο εκείνους ουρανομήκης στύλους όπου οδηγούν τους Ισραηλίτες εις την κάτω Ιερουσαλήμ, τον Μιχαήλ ωσάν τον στύλων του πυρός και τον Γαβριήλ ωσάν τον στύλων της Νεφέλης, οίτινες οδηγώσι συμφώνως τους Χριστιανούς εις την άνω Ιερουσαλήμ, την επουράνιον πόλιν.
τι να πολυλογώ, αδελφοί; Θέλετε να ειπώ περί των Αρχαγγέλων ένα μεγάλον, άλλα αρμόδιο νόημα; Οι δύο Αρχάγγελοι έχουν εικόνα των δύο φύσεων του Χριστού, της Θεότητας λέγω και ανθρωπότητας. Ό Μιχαήλ έχει εικόνα της Θεότητας, διότι έστάθη ταύτης ένδικος υπερασπιστής, και ό Γαβριήλ της ανθρωπότητας, διότι έστάθη ταύτης υπηρέτης και ευαγγελιστής. Να ειπώ ακόμη και μεγαλύτερον; Ό Μιχαήλ και ό Γαβριήλ έχουν αναλογία με τον ενυπόστατον Λόγον του Πατρός και με το Πανάγιον Πνεύμα αυτού. Ό Μιχαήλ ομοιάζει τρόπον τινά με τον ενυπόστατον Λόγον, διότι καθώς δι’ αυτού ό Πατήρ διέκρινε και διεχώρισεν όλα τα όντα και απέδωκε εις το καθ’ ένα εκείνο το είδος και την εικόνα οπού του έπρεπε, ούτω δια του θείου Μιχαήλ, Αγγέλου όντος της δικαιοσύνης, διέκρινε τους καλούς από τους κακούς, όσον Αγγέλους τόσον και ανθρώπους, και απέδωκε εις τον καθ’ ένα το δίκαιον οπού του έπρεπε. Ό δε Γαβριήλ ομοιάζει με το Αγιον Πνεύμα, διότι καθώς δι’ αυτού ό Πατήρ τελείωσε την πλάσιν του κόσμου, ούτω δια των ευαγγελίων του Γαβριήλ τελείωσε την του Κόσμου ανάπλασιν. Ω δόξαις! Ώ λαμπρότητες, ω μεγαλεία των Αρχαγγέλων!
Καί λοιπόν δεν σε φοβούμεθα, διάβολε· όχι, δεν σε φοβούμεθα. Δεν δειλιάζομεν πλέον τάς επιβουλάς σου. Δεν βάνομεν εις τον νουν μας τους λυπηρούς λογισμούς οπού μας προσβάλλεις. Καταφρονούμεν ως βέλη νηπίων τα βέλη και τα τόξα σου. Εχομεν γαρ, εχομεν βοηθούς και άγρυπνους ημών φύλακας τους δύο μέγιστους Αρχαγγέλους. Εχομεν τον ηλιόμορφο Μιχαήλ, ό όποιος σε κατεκρήμνισεν από τους ουρανούς εις τα καταχθόνια· εχομεν τον ιεροπρεπέστατον Γαβριήλ, ό όποιος με της χαράς του τα ευαγγέλια διέλυσεν ως αράχνην την πρώτη λύπην και κατάρα όπου προξένησες εις το γένος μας. Έμαθες με την δοκιμήν, αρχέκακε δράκον, πόσον είσαι ασθενέστατος έμπροσθεν του κραταιοτάτου μας Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, όταν ωσάν εν κυνάριον ή ζωύφιον σε απεδίωξε από το νεκρό σώμα του Μωϋσέως, ειπών σοι μόνον επιτίμησε σοι Κύριος. Αυτός και τώρα ομού με τον συναρχιστράτηγόν του Γαβριήλ θέλει σε επιτιμήσει και θέλει σε φυγαδεύσει από ημάς, τους επικαλούμενους πάντοτε το όνομα των δύο τούτων. Όπου δε το όνομα αυτών επικαλεσθεί, εκείθεν διώκεται και καταργείται ή δύναμίς σου, διότι οΰτως απεφάσισε ό Θεός εις τον Ιώβ, να περιπαίζησαι ως ένα ουδέν από τους Αγγέλους του, λέγων περί σου ουκ εστίν όμοιον αντω επί της γης πεποιημένον, εγκαταπαίζεσθαι υπό των Αγγέλων μου.
Εάν όμως άγαπώμεν, πατέρες και αδελφοί, να διαμένωσιν αχώριστοι από ημάς οι Αρχάγγελοι, πρέπει όσον το δυνατόν να άπέχωμεν από κάθε κακίαν, επειδή λέγει ό μέγας Βασίλειος ότι, καθώς ό καπνός διώκει τάς μέλισσας, ούτω και ή πολύδακρυς αμαρτία διώκει από ημάς τους αγαθούς αγγέλους. Και ομού με το όνομα του Μιχαήλ ας ένθυμώμεθα και την ώραν του θανάτου και της φοβέρας κρίσεως και κολάσεως, ομού δε με το όνομα του Γαβριήλ ας ένθυμώμεθα και της βασιλείας των ουρανών την χαράν και απόλαυσιν.
Άλλ’ ω υπερένδοξοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, τα γλυκύτατα παρά πάσιν Άγγέλοις και άνθρώποις και πράγματα και ονόματα· οί της δικαιοσύνης του Θεού και αγαθότητας Άγγελοι· οί των εξαίρετων έργων του Θεού ύπηρέται εξαίρετοι· οί δύο άργυροχρυσοπτέρυγοι αετοί· οί της ζωαρχικής Τριάδος δύο μέγιστοι Αρχιστράτηγοι- οί με όμμα ακλινές βλέποντες το άκτιστον φως της τρισηλίου Θεότητας· οί του Βασιλέως των βασιλέων και Κυρίου των κυρίων δύο αρχισατράπαι και πρώτο σύμβουλοι οί του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού σωματοφύλακες άμεσοι· ζεύγος αρχαγγελικό και ηγαπημένον δυάς κοσμοπόθητε και παντοπόθητε· των Αγγέλων απάντων τα αγλαίσματα- των Χριστιανών τα καυχήματα· κατ’ εξοχήν δε και εξαιρέτως οδηγοί και υπερασπισταί του Μοναχικού τάγματος των μιμούμενων ως δυνατόν την άγγελικήν υμών πολιτείαν! Προσδέξασθε το παρόν εφύμνιον οπού σας προσφέρομεν ημείς άπαντες οί συναθροισθέντες σήμερον προς δοξολογίαν του Παντοκράτορας και Φιλάνθρωπου Θεού και εις μνήμην της ιεράς Υμών Συνάξεως. Προσδέξασθε ως δώρον τούτο και σημείον ελάχιστον ευχαριστίας, ανθ’ ων καθ` έκάστην ημάς τους ευτελείς ευεργετείτε, περιθάλπετε και πολυτρόπως εκ παντός κακού διασώζετε. Και σας παρακαλούμεν δουλικός να μη λήψη άφ’ ημών ή πατρική πρόνοια σας, άλλ’ ως συμπαθέστατοι και ευσπλαγχνικώτατοι, πλησιάζετε πάντοτε εις ημάς και περιτειχίζετε μας, δια να μας γεμίζητε από θεωρίας αγίας και πνευματικάς εννοίας και δια να φεύγωσιν από ημάς εξ αίτιας του πλησιασμού σας όλοι οί πονηροί και αισχροί λογισμοί και απλώς όλοι οί αόρατοι και ορατοί εχθροί οπού μας πειράζουσιν επειδή τοιαύτας χάριτας προξενείτε, οπού και αν πλησιάστε. Λέγει γαρ ό άγιος Μάρκος ό ασκητής οΰτως: Όταν οί άγιοι Άγγελοι πλησιάσωσιν ημίν, πληρούσιν ημάς θεωρίας πνευματικής. Ομοίως και ό Άββάς Ισαάκ· Οτε οί άγιοι Άγγελοι σε πλησιάσωσι περιτειχίζοντες, πάντες οί πειράζοντες αποστήσονται. Και επειδή οί θεολογούντες λέγουσι ότι εξ τίνα χαρίζουσιν οί Άγγελοι εις τους ανθρώπους εν τη παρούση ζωή, μη λείπετε, ω θείοι Αρχάγγελοι, από του να χαρίζητε ταύτα και σεις εις ημάς, τα όποια είναι ταύτα: πρώτον, το να διώκετε από τα σώματα και ψυχάς μας όλας έκείνας τάς βλάβας οπού ημπορούν να μας ακολουθήσουν από έσωθεν και έξωθεν δεύτερον, το να μας παρακινείτε πάντοτε εις τα καλά, φωτίζοντες τον μεν νουν μας με τάς θείας εκλάμψεις, γλυκαίνοντες δε την θέλησιν και τάς καρδίας μας με τάς θείας χάριτας· τρίτον, το να εμποδίζητε από ημάς τάς ορμάς και επιβουλάς των δαιμόνων τέταρτον, το να προσφέρητε τάς προσευχάς μας εις τον Θεόν, ως ό Άγγελός Ραφαήλ πρόσφερε την προσευχήν του Τωβίτ και οι εν τη Αποκαλύψει Άγγελοι τάς προσευχάς των Αγίων πέμπτον, το να πρεσβευήτε πάντοτε εις τον Θεόν υπέρ ημών και έκτον, να μας παιδεύητε πατρικώς ενίοτε, όταν ατακτώμεν, όχι δι’ εκδίκησιν, καθώς μας παιδεύουν οι πονηροί δαίμονες, αλλά δια διόρθωσιν και σωφρονισμόν και τούτο γαρ χάρις λογίζεται εις ημάς.
Και αύθις παρακαλούμεν, επακούσατε της δεήσεως ημών, φιλανθρωπότατοι του θεού Αρχιστράτηγοι, και παύσατε με τάς αέναους πρεσβείας σας την καθ’ ημών του θεού αγανάκτησιν, πείθοντες τούτον να παράβλεψη ως Πολυέλεος τα πταίσματα ημών άπαντα, με όσα εν έργω ή εν λόγω ή εν διάνοια αυτόν καθ’ έκάστην παραπικραίνομε. Ναι, αμαρτωλοί είμεθα —το ομολογούμεν— και παραβάται των αγίων αυτού εντολών, αλλά πλην αυτού Θεόν άλλον ου γινώσκομεν. Αξιώσατε ημάς, ω Παρθένοι και έφοροι των παρθένων Αρχάγγελοι, να διαπερνώ-μεν την ζωήν μας εν σωφροσύνη και παρθενία, καθώς υπεσχέθημεν, όταν φορέσαμε το Αγγελικόν τούτο Σχήμα. Φανείτε προστάται και άγρυπνοι φύλακες, τόσον ημών, όσον και πάντων των εορταζόντων την πανάγια σας Σύναξιν. Και εν όσο μεν ευρισκόμεθα εις την παρούσαν ζωήν, διώκετε άφ’ ημών τα σκάνδαλα, ως είπωμεν, και μηχανάς πάντων των ορατών και αοράτων εχθρών εν δε τη ώρα του θανάτου παρασταθείτε εις ημάς τους αμαρτωλούς βοηθοί, ο εις από τα δεξιά και ο άλλος από τα αριστερά, σκεπάζοντας ημάς με τάς χρυσάς πτέρυγας σας, ίνα μη δη ή ψυχή μας την ζοφεράν όψιν των πονηρών δαιμόνων. Και ούτω παραλαβόντες ημάς οδηγήσατε εις τάς αιωνίους και φωτεινός της των ουρανών βασιλείας σκηνάς, ίνα δοξολογώμεν αεί μεθ’ υμών την μίαν εν Τριάδι Θεότητα, ή πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. ΑΜΗΝ.
Πηγή: Περιοδικό «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», Ἱερᾶς Μονῆς Ξηροποτάμου

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Η τάξη της Αγάπης

Πρέπει να γνωρίζει κάποι­ος την τάξη της αγάπης, την όποια διδάσκει ό νόμος (του Θεού), πώς μεν πρέπει να αγαπά τον Θεό, πώς δε τον πλησίον και την γυναίκα και τον εχθρό, μή­πως γίνει χωρίς τάξη και παράδοξη ή εκπλήρωσης της αγάπης· διότι πρέ­πει να αγαπά μεν τον Θεό με όλη την καρδία, την ψυχή, την δύναμη και την αίσθηση, τον δε πλησίον όπως τον εαυ­τό του, την γυναίκα δε, εάν είναι καθαρωτέρας ψυχής, όπως ό Χριστός την Εκκλησία, ό δε περισσότερος εμπαθής όπως το δικό του σώμα (γιατί έτσι προστάζει ό εντολεύς των τοιούτων απόστολος Παύλος), τον εχθρόν δε με το να μη ανταποδίδει το κακό, άλλα να αμείβει την αδικία με ευεργεσία.
Τώρα δε, μπορείς να δεις συγκεχυμέ­νη και άτακτη την αγάπη των πολλών, ενεργούμενη με ακατάλληλο τρόπο και με πλάνη, αυτοί οι όποιοι τα χρή­ματα και τις τιμές και τις γυναίκες, εάν κείνται θερμότερα προς αυτά, εξ όλης της ψυχής και της δυνάμεως αγα­πούν, ώστε να θέλουν και την ζωή τους να προσφέρουν, τον Θεό δε τόσο όσο νομίζουν, τον δε πλησίον μόλις και επιδεικνύουν την προς τους εχθρούς διαταχθείσα αγάπη. Ή δε προς τον μισούνται σχέση είναι το να αντιμε­τωπίζουν αυτούς πού τους λύπησαν με μεγαλύτερο κακό.
 Άγιος Γρηγόριος Νύσσης

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Η παραβολή του σπορέα

«Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού. Και εν τω σπείρειν αυτόν ο μεν επεσε παρά την οδόν, και κατεπατήθη, και τα πετεινά του ουρανού κατέφαγεν αυτό· και έτερον έπεσεν επί την πέτραν, και φυέν εξηράνθη δια το μη έχειν ικμάδα· και έτερον έπεσεν εν μέσω των ακανθών, και συμφυείσαι αι άκανθοι απέπνιξαν αυτό και έτερον έπεσεν εις την γην την αγαθήν, και φυέν εποίησε καρπόν εκατονταπλασίονα. Ταύτα λέγων εφώνει· ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω. Επηρώτων δε αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες· τις είη η παραβολή αυτή.
Ο δε είπεν υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, τοις δε λοιποίς εν παραβολαίς, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη συνιώσιν. Εστί δε αύτη η παραβολή· ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού- οι δε παρά την οδόν εισίν οι ακούσαντες, είτα ερχεται ο διάβολος και αίρει τον λόγον πό της καρδίας αυτών, ίνα μη πιστεύσαντες σωθώσιν.


Οι δε επί της πέτρας οι όταν ακούσωσι, μετά χαράς δέχονται τον λόγον, και ούτοι ρίζαν ουκ εχουσιν, οι προς καιρόν πιστεύουσι και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται. Το δε εις τας άκανθας πεσόν, ούτοι εισίν οι ακούσαντες, και υπό μερίμνων και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι.


Το δε εν τη καλή γη, ούτοι εισίν οίτινες εν καρδία καλή και αγαθή ακούσαντες τον λόγον κατέχουσι και καρποφορούσιν εν υπομονή. Και ταύτα λέγων εφώνει· ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω». 


Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Το «Μέγα Όνομα»

Σύντομη λέξη, με ευρύ νόημα! Μικρή λέξη, με θαυμαστή δύναμη
Εμείς, οι Χριστιανοί, όταν βλέπουμε την καρποφορία της δουλεμένης γης, την ομορφιά της φύσης, την ώρα που ντύνεται με την πράσινη φορεσιά της, τα αστέρια ψηλά στον ουρανό τη νύχτα, τον ήλιο, το πρωί, την ομορφιά του ανθρώπινου σώματος, κοιτάζουμε ο ένας τον άλλο και με αγάπη προφέρουμε τη λέξη: Θεός.
Γνωρίζω πως υπάρχουν και πολλοί που δεν το μνημονεύουν. Γνωρίζω πως πολλοί δεν χαίρονται, όταν αναφέρεται αυτό το όνομα. Γνωρίζω, πως πολλοί ασχημονούν και το βεβηλώνουν. Αυτό δεν με εκπλήσσει. Όσο σημαντικότερος είναι ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερους εχθρούς έχει. Ο Θεός έχει περισσότερους εχθρούς, από οποιοδήποτε σημαντικό άνθρωπο στη γη, επειδή η μεγαλοσύνη του Θεού ξεπερνά τη μεγαλοσύνη του κάθε ανθρώπου.
Το όνομα όμως του Θεού, εάν οι άνθρωποι δεν το μνημονεύουν, χάνει τη σημασία του και τη μεγαλοσύνη του;
Σίγουρα όχι. Το όνομα του Θεού θα είναι «μέγα», είτε το μνημονεύουν οι άνθρωποι, είτε όχι. Ακόμη και εάν οι άνθρωποι δεν επικαλούνταν το όνομα του Θεού, θα Τον επικαλούνταν τα αμέτρητα αστέρια και οι μυστικές λεγεώνες του πνευματικού κόσμου, που Αυτός δημιούργησε.
Ο Θεός έχει θεμελιώσει τη δόξα Του σε μια βάση πιό στερεή απ’ ότι είναι η ανθρώπινη γενιά. Το να χτίζει κανείς τη δόξα του στους ανθρώπους, είναι σαν να τη χτίζει πάνω στην άμμο. Το να χτίζει κανείς τη δόξα του στο ανθρώπινο γένος, είναι σαν να τη χτίζει σε μία φευγαλέα σκιά.
Όχι, η δόξα του Θεού δεν εξαρτάται από εμάς, αντίθετα η δική μας δόξα εξαρτάται από το Θεό – και η δόξα μας και η ευτυχία μας. Αναλογιστήκατε όμως πόσο λιγότερη ευτυχία θα υπήρχε ανάμεσα στους ανθρώπους, εάν το όνομα του Θεού λησμονιόταν στη γη ξαφνικά; Αν ο άνθρωπος δεν επικαλούνταν κάποιον πιό ισχυρό, πιό ανώτερο από τον εαυτό του; Εκατομμύρια άνθρωποι, που συνέδεσαν τη ζωή τους μόνον με το όνομα του Θεού, θα αισθάνονταν όπως νιώθει εκείνος, ο οποίος κρατιέται πάνω από τον γκρεμό από ένα κλαδί και ξαφνικά γλιστρά το χέρι του από το κλαδί.
Ακόμη και εάν αποσιωπάται το όνομα του Θεού, εάν μισιέται ή και εάν δυσφημείται, αυτό το όνομα δεν είναι δυνατό να εξαλειφτεί και να σβηστεί.
Εμείς ερχόμαστε και φεύγουμε, αλλά το όνομα του Θεού μένει γραμμένο με φλογερά γράμματα στον ουρανό.
Το όνομα του Θεού πλουτίζει τη ζωή του ανθρώπου. Όποιος το αρνηθεί, αρνιέται ένα μεγάλο αγαθό. Όταν το σβήσει από την καρδιά του και από το νου του, στερεύει γι’ αυτόν μια ηθική και πνευματική πηγή.
Όταν προτρέπει άλλον άνθρωπο να το αρνηθεί, λεηλατεί από τον πλησίον του, μεγαλύτερο πλούτο από το ασήμι και τον χρυσό, επειδή ο Θεός είναι ο «θησαυρός» του ανθρώπου.
Επιθυμία μου είναι, αγαπητοί αδελφοί, όλοι εσείς, να διαφυλάξετε αυτόν τον θησαυρό μέσα σας, που είναι πολυτέλεια για τα ζώα, αλλά ανάγκη για τον άνθρωπο.
Αν ο άνθρωπος ζούσε μόνο με το ψωμί, ο Θεός θα ήταν για αυτόν πολυτέλεια. Αλλά ο άνθρωπος δεν ζει μόνον με το ψωμί. Αν ο άνθρωπος είχε μόνο το στομάχι, ο Θεός θα ήταν το λιγότερο απαραίτητο πράγμα. Αλλά ο άνθρωπος έχει και νου και καρδιά, τα οποία απαιτούν και αυτά το ίδιο τροφή όπως το στομάχι. Για το νου και την καρδιά του ανθρώπου, δεν υπάρχει πιο υγιής τροφή από το Θεό. Όποιος κρύβει στο νου και στην καρδιά του το Θεό, αυτός βαδίζει σε σίγουρη νίκη.
Εάν οι πιό σοφοί άνθρωποι στην ιστορία, είχαν αδιαλείπτως το Θεό στο νου και στην καρδιά, πώς εμείς, που είμαστε λιγότερο σοφοί, θα αρνηθούμε να εισέλθει ο Θεός στο νου και στην καρδιά μας;
Εάν οι πιο ισχυροί άνθρωποι στην ιστορία, πίστευαν πως ο Θεός είναι ο μέγας πλούτος, πώς εμείς, οι λιγότερο δυνατοί μπορούμε να απορρίψουμε αυτόν τον θησαυρό; Εάν οι πιό μορφωμένοι λαοί του κόσμου διαφυλάσσουν το όνομα του Θεού σαν κάτι ιερό, πώς εμείς που είμαστε λιγότερο μορφωμένοι ντρεπόμαστε για το όνομα αυτό;
Όποιος επιθυμεί να δημιουργεί μεγάλα έργα, αυτός πρέπει να έχει και υψηλούς στοχασμούς. Η πιό σημαντική σκέψη, ο πιό υψηλός στοχασμός που χώρεσε ποτέ σ’ ένα ανθρώπινο μυαλό, είναι η σκέψη για τον Θεό.
(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ομιλίες, για την αισιοδοξία, την απαισιοδοξία, το “Μέγα Όνομα” και την ανάσταση των νεκρών»,-αποσπάσματα-, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νίκη 2012)

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Άγιος Σιλουανός: Άνθρωπος μεγάλης αγάπης

24 Σεπτεμβρίου 1938

Ένας Σέρβος επίσκοπος, που επισκέφτηκε πολλές φορές το Άγιο Όρος και αγάπησε πολύ τον Γέροντα, όταν έμαθε για το θάνατό του, έγραψε στο ιεραποστολικό του περιοδικό νεκρολογία με τον τίτλο: «Άνθρωπος μεγάλης αγάπης», όπου μεταξύ των άλλων λέει γι αυτόν τα εξής:
«Για τον εξαίσιο αυτό μοναχό μπορώ μόνο να πω: Ήταν γλυκειά ψυχή. Δεν αισθάνθηκα μόνο εγώ τη γλυκειά αυτή ψυχή, αλλά και κάθε προσκυνητής του Άθω που έτυχε να συναντηθεί μαζί του. Ο Σιλουανός ήταν υψηλός, μεγαλόσωμος, με μεγάλη μαύρη γενειάδα και η εξωτερική του όψη δεν προδιέθετε αμέσως ευνοϊκά όποιον δεν τον γνώριζε. Αρκούσε, όμως, μια συνομιλία, για να αγαπήσεις αυτό τον άνθρωπο... Μιλούσε για την άμετρη αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και ενέπνεε τον αμαρτωλό στο να κατακρίνει μόνος του αυστηρά τον εαυτό του». Στη συνέχεια ο επίσκοπος διηγείται μερικές συνομιλίες με τον Γέροντα και γράφει:
«Αυτός ο θαυμάσιος ασκητής ήταν απλός μοναχός, αλλά πλούσιος σε αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον. Πολλοί μοναχοί από όλα τα σημεία του Αγίου Όρους κατέφευγαν σε αυτόν για συμβουλή, αλλά ιδιαιτέρως τον αγαπούσαν οι Σέρβοι μοναχοί του Χιλανδαρίου και του «Ασκηταριού του Αγίου Σάββα». Σε αυτόν έβλεπαν τον πνευματικό πατέρα που τους αναγεννούσε με την αγάπη.
Όλοι αυτοί αισθάνθηκαν τώρα πόνο για το χωρισμό τους από αυτόν. Και θα θυμούνται για πολύν καιρό την αγάπη του πατρός Σιλουανού και τις σοφές συμβουλές του. «Κι εμένα με βοήθησε πολύ πνευματικώς ο πατήρ Σιλουανός. Αισθανόμουν ότι η προσευχή  του με δυνάμωνε. Κάθε φορά που βρισκόμουν στο Άγιο Όρος έσπευδα να τον δω». Και τελειώνει ο επίσκοπος τη νεκρολογία του με τα εξής λόγια:
«Και υπάρχουν ακόμη και άλλα πολλά που έτυχε να ακούσω από τον πατέρα Σιλουανό, καθώς και άλλα που άκουσα γι αυτόν από άλλους. Αλλά ποιος θα μπορούσε να τα απαριθμήσει και να τα καταγράψει; Το βιβλίο της ζωής του γράφτηκε ολόκληρο με τα μαργαριτάρια της σοφίας και το χρυσό της αγάπης. Είναι τεράστιο, άφθαρτο βιβλίο. Τώρα κλείστηκε και με τα χέρια του φύλακα αγγέλου του παρουσιάσθηκε στον αιώνιο και δίκαιο κριτή. Και ο αιώνιος και δίκαιος Κριτής θα πει στην ψυχή που τόσο  Τον αγάπησε στη γη:  Πιστέ Μου δούλε,  Σιλουανέ, είσελθε στη χαρά του Κυρίου Σου. Αμήν.

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Σκέψεις του γέροντος περί των φυτών και των ζώων



Ο μακάριος Γέρων ήτο δι’ ημάς άνωθεν δώρημα και εξαίρετον φαινόμενον. Ήτο ο τύπος του γνησίου χριστιανού, ο καταπλήξας ημάς δια την τελειότητα αυτού. Εν αυτώ εβλέπομεν αληθώς αρμονικήν σύνθεσιν ασυμβιβάστων, ως θα ενόμιζέ τις, άκρων. Ούτως εβλέπομεν την ασυνήθη δια τοιούτου είδους ανδρείους ανθρώπους ευσπλαγχνίαν δια πάσαν ζώσαν ύπαρξιν, δια παν κτίσμα. Έφθανε δε η ευσπλαγχνία αύτη μέχρι τοιούτων ορίων, ώστε ηγείρετο φυσικώς η σκέψιςκ ότι επρόκειτο περί παθολογικής συναισθηματικότητος. Ταυτοχρόνως όμως συνηντώμεν την άλλην έκφανσιν του πνεύματος αυτού, ήτις εδήλου ότι το πρώτον ήτο ουχί παθολογικόν φαινόμενον, αλλ’ αληθώς υπερφυσικόν μεγαλείον και ευσπλαγχνία κατά χάριν.
Ο Γέρων εδείκνυε φροντίδα εισέτι και δια τα φυτά. Εθεώρει εναντίαν προς την διδαχήν της χάριτος πάσαν τραχύτητα, ήτις προξενεί βλάβην εις αυτά. Ενθυμούμαι ότι ημέραν τινά επορευόμην μετ’ αυτού την ατραπόν, την άγουσαν εκ της Μονής προς την καλύβην, όπου διήλθον  έν έτος. Η καλύβη αύτη απέχει του Μοναστηρίου έν περίπου χιλιόμετρον, και ήρχετο ο Γέρων να ίδη την κατοικίαν μου. Εκρατούμεν ανά χείρας ράβδους, ως είναι σύνηθες εις τας ορεινάς περιοχάς. Από των δύο πλευρών της ατραπού εφύοντο αραιά υψηλά άγρια χόρτα. Σκεπτόμενος όπως μη αφήσω τα χόρτα να κλείσουν την ατραπόν, εκτύπησα δια της ράβδου ένα βλαστόν προς την κορυφήν ούτως, ώστε να εμποδίσω την ωρίμανσιν των σπόρων. Η χειρονομία μου εφάνη βάναυσος εις τον Γέροντα και μετ’ αμηχανίας εκίνησεν ελαφρώς την κεφαλήν. Ηννόησα τι εσήμαινε τούτο και ησθάνθην εντροπήν.
Έλεγεν ο Γέρων ότι το Πνεύμα του Θεού διδάσκει την ευσπλαγχνίαν προς πάσαν την κτίσιν, ούτως ώστε και τα φύλλα του δένδρου «άνευ ανάγκης» να μη κόπτωμεν.
«Ιδού, έν πρασίνον φύλλον επί του δένδρου, και συ απέσπασας αυτό άνευ ανάγκης. Αν και δεν είναι αμαρτία, όμως, πώς να είπω, προκαλεί τον οίκτον· η καρδία, ήτις έμαθε να αγαπά, λυπείται και το φύλλον και πάσαν την κτίσιν» (σ. 474).
Η ευσπλαγχνία όμως αύτη δια το πράσινον φύλλον του δένδρου ή δια το άνθος του αγρού, το υποκάτω των ποδών ημών, συνεδυάζετο εντός αυτού μετά της πλέον ρεαλιστικής αντιλήψεως περί παντός πράγματος εν τω κόσμω. Εγνώριζεν ως χριστιανός ότι πάσα η κτίσις εδημιουργήθη προς υπηρεσίαν του ανθρώπου, και δια τούτο, όταν «είναι ανάγκη», δύναται ο άνθρωπος να επωφεληθή των πάντων. Ο ίδιος εθέριζε τον χόρτον, έκοπτε ξύλα εις το δάσος, απεθήκευε ξύλα δια τον χειμώνα, έτρωγεν ιχθύς[2].
 Εν ταις γραφαίς του Γέροντος αξιοπαρατήρητοι είναι αι σκέψεις και τα αισθήματα αυτού προς τα ζώα. Όντως ήτο καταπληκτική αφ’ ενός μεν η προς παν κτίσμα ευσπλαγχνία αυτού, περί ής δυνατόν να συμπεράνωμεν εκ της διηγήσεως αυτού, πόσον πολύ έκλαυσε δια την «τραχύτητα αυτού προς την κτίσιν», ότε «άνευ ανάγκης» εφόνευσε μύιαν τινα, ή ότε έρριψε ζεστόν ύδωρ εις νυχτερίδα κατοικήσασαν εις τον εξώστην του καταστήματος αυτού, ή πώς «ελυπήθη την κτίσιν και παν πάσχον δημιούργημα», ότε καθ’ οδόν είδεν άντικρυς όφιν κατακεκομμένον. Αφ’ ετέρου δε ήτο αξιοθαύμαστος η απόσπασις αυτού από πάσης κτίσεως εν τη φλογερά ορμή αυτού προς τον Θεόν.
Περί των ζώων και των θηρίων εσκέπτετο ότι είναι «γη», εις την οποίαν δεν πρέπει να προσκολλάται ο νους του ανθρώπου, διότι ούτος οφείλει να αγαπά τον Θεόν εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της ισχύος, τουτέστι δι’ όλου του είναι αυτού, επιλανθανόμενος της γης.
Η προς τα ζώα προσκόλλησις των ανθρώπων, την οποίαν πολλάκις παρατηρούμεν, και ήτις ενίοτε λαμβάνει μορφήν «φιλίας», εθεωρείτο υπό του Γέροντος διαστροφή της τάξεως ήν έθετο ο Θεός και αντίθετος προς την φυσικήν κατάστασιν του πρωτοπλάστου (βλ. Γέν. β’ 20). Να θωπεύης την γαλήν ψιθυρίζων «γατούλα, γατούλα», ή να παίζης και να ομιλής μετά του κυνός παύων να σκέπτησαι τον Θεόν, ή μεριμνών δια τα ζώα να παραβλέπης τον πόνον του πλησίον σου, ή να ερίζης ένεκα αυτών μετά των ανθρώπων, πάντα ταύτα ήσαν δια τον Γέροντα παράβασις των εντολών του Θεού, η πιστή τήρησις των οποίων αναδεικνύει τον άνθρωπον τέλειον. Εν όλη τη Καινή Διαθήκη ουδέ έν χωρίον ευρίσκομεν, εκ του οποίου να φαίνηται ότι ο Κύριος προσήλωσε την προσοχήν Αυτού εις τα ζώα, και όμως Εκείνος όντως ηγάπα πάσαν την κτίσιν. Η επίτευξις της τελείας αυτής ανθρωπότητος κατ’ εικόνα του ανθρώπου-Χριστού είναι ο προορισμός ημών, ανταποκρινόμενος προς την κατ’ εικόνα Θεού φύσιν ημών. Δια τούτο την ψυχικήν προσκόλλησιν προς τα ζώα και το πάθος δι’ αυτά εθεώρει ο Γέρων ως υποβιβασμόν της ανθρωπίνης μορφής υπάρξεως. Ιδού τι γράφει περί τούτου:
«Ένιοι προσκολλώνται εις τα ζώα, αλλ’ ούτω προσβάλλουν τον Δημιουργόν, διότι ο άνθρωπος εκλήθη ίνα ζη αιωνίως μετά του Κυρίου, βασιλεύη μετ’ Αυτού και αγαπά τον Ένα Θεόν. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να έχη πάθος προς τα ζώα, αλλά μόνον καρδίαν οικτίρουσαν παν δημιούργημα».
Έλεγεν ότι τα πάντα εκτίσθησαν προς χρήσιν του ανθρώπου, ως εκ τούτου δε εις την ανάγκην δύναται ούτος να επωφελήται πάντων των εν τη κτίσει. Αλλά ταυτοχρόνως οφείλει να μεριμνά δι’ όλην την δημιουργίαν. Ως εκ τούτου πάσα βλάβη προξενουμένη εις τα ζώα, έτι δε και εις τα φυτά, αντιτίθεται προς τον νόμον της χάριτος, όπως και πάσα «προσπάθεια» προς τα ζώα αντιβαίνει προς τα εντολάς του Θεού.
Όστις αληθώς αγαπά τον άνθρωπον και εις τας προσευχάς αυτού πενθεί δι’ όλον τον κόσμον, ούτος ουδέποτε προσκολλάται εις τα ζώα.


Γέροντα Σωφρονίου Σαχάρωφ
  O Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Έσσεξ 1999, έκδ. 8, σελ 75-77