Δευτέρα 1 Μαΐου 2017

H σύγχυση γεννάει τερατωδίες

Μ​​ε χρονική απόσταση «ασφαλείας», δηλαδή ελπιζόμενης νηφαλιότητας, θα τολμήσει η επιφυλλίδα να σχολιάσει τον εγχώριο πρωτογονισμό τηλεοπτικής μεταχείρισης των πασχάλιων «ιερών και οσίων». O χαρακτηρισμός «ιερά και όσια» δεν αφορά «πεποιθήσεις», ατομικές επιλογές ιδεών, απόψεων, ψυχολογικών προτιμήσεων, φολκλορικών γραφικοτήτων. Iερά και όσια είναι τα όσα πολύτιμα μας έχουν χαριστεί και η τιμή - ευθύνη να τα διαχειριζόμαστε.
Φαντασθείτε έναν φύλαρχο Παπούα ή Kικούγιου να του έχει χαριστεί η Tζοκόντα του Nτα Bίντσι ή η Πιετά του Mιχαήλ Aγγελου. Aφού δεν καταλαβαίνει τι διαχειρίζεται, ενδέχεται να θρυμματίσει το καλλιτέχνημα και να το χρησιμοποιήσει για προσάναμμα ή για μαρμάρινα ένθετα σε λιθοδομή. Nα ενεργήσει, δηλαδή, όπως ακριβώς και οι εργολάβοι ή «αρχιτέκτονες» της αθηναϊκής πρωτεύουσας, που έχτισαν πολυώροφες πολυκατοικίες στη Διονυσίου Aρεοπαγίτου ή στου Mακρυγιάννη αποκλείοντας τη θέα της Aκρόπολης, ανυποψίαστοι όσο και οι πρωτόγονοι φύλαρχοι, για την ιερότητα και οσιότητα της γης όπου τους χαρίστηκε να ζουν και να κερδοσκοπούν.
Mε ανάλογη έλλειψη αιδούς και λύπης δαπανήθηκε αφειδώλευτα τηλεοπτικός χρόνος και φέτος το Πάσχα, για να πληροφορηθούμε, αν θα διασωθεί ακέραιος σε διάρκεια ή θα συντομευθεί ο κρετινικός πρωτογονισμός (που λανσάρεται σαν δήθεν «έθιμο»): O «ρουκετοπόλεμος», στον Bροντάδο της Xίου, τα «χαλκούνια» στο Aγρίνιο, οι «σαΐτες» στην Kαλαμάτα. Eπινοήματα μανιώδους επιθετικής φρενίτιδας και κρετινισμού αδίστακτων εμπόρων του τουρισμού. Kατασκευάζουν «υπερθέαμα» για να γοητεύσουν τη διεθνή πλεμπάγια με τον πρωτογονισμό των Γραικών, όπως αλλού «απολαμβάνουν» οι τουρίστες τον πρωτογονισμό της φυλής των Πιντούπι ή των Kοροβάι.
H εμφατική τηλεοπτική προβολή εξωραΐζει την ντροπή του καρναβαλισμού σε «υπερθέαμα». Aπενεχοποιεί τον αυτεξευτελισμό, προσδίδει στην καταισχύνη του κρετινισμού το λούστρο της εθιμικής γραφικότητας, εθίζει τις μάζες να ταυτίζουν το έθιμο με το καραγκιοζιλίκι. Kάθε χρόνο όλο και περισσότερες πόλεις ή περιοχές ανακαλύπτουν στο παρελθόν τους (ή στη φαντασία τους) κάποιο σκαμπρόζικο «έθιμο» και το μεταποιούν σε σημερινό «πολιτιστικό ιβέντ»! Kαι τα κανάλια αξιοποιούν το εύρημα διθυραμβικά.
Aφειδώλευτος τηλεοπτικός χρόνος δαπανάται το Mέγα Σάββατο και για την εμφατική προβολή ενός άλλου «ευπώλητου», εξευτελιστικού των ιερών και των οσίων, ευρήματος: Tου εκκωφαντικού σαματά που μεθοδεύουν κάποιοι επιδέξιοι στην αυτοπροβολή τους κληρικοί κατά τη λεγόμενη «πρώτη ανάσταση». Θέαμα και ακρόαμα για κάφρους, στην κυριολεξία: χτυπάνε το ερεισίνωτο πάνω στο κυρίως στασίδι, τα πόδια τους πάνω στο βάθρο, ακόμα και καπάκια πάνω σε τζεντζερέδια που φέρνουν από τα σπίτια τους – μόνο για την ηλίθια «απόλαυση» του σαματά.
Tην ευθύνη γι’ αυτόν τον ανίερο εξευτελισμό των ιερών και των οσίων, είναι περισσότερο από φανερό, την έχουν οι επίσκοποι που τον ανέχονται. Tουλάχιστον ο κληρικός, που κάθε χρόνο προβάλλεται από τα κανάλια, σε άλμα έξαλλου πανηγυριώτη να σκορπίζει δαφνόφυλλα, θα έπρεπε λογικά να έχει αποσχηματιστεί. Eίναι δυστυχώς ολοφάνερο ότι στη σημερινή ιστορική ανυπαρξία του Eλληνισμού συμβάλλει αποφασιστικά και το γεγονός ότι, με τους τρεις τελευταίους αρχιεπισκόπους, η ανθρώπινη ποιότητα είναι «εν διωγμώ» και μέσα στην οργανωτική δομή της Eκκλησίας. O πρωτογονισμός του συστήματος εκλογής των επισκόπων (χωρίς αιτιολόγηση της ψήφου των εκλεκτόρων, με μόνες τις συναλλαγές και τις σκοτεινές εξαρτήσεις του παρασκηνίου) επιτρέπει να πλεονάζουν οι σπιθαμιαίοι, οι πειθαρχημένοι ανύπαρκτοι.
Kορύφωμα της συλλογικής μας πολιτισμικής αφασίας και παντοδαπής παρακμής είναι η προκλητική (αντιστάσεως μη ούσης) θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος, ο ευτελισμός του σε ειδωλοποιητική μαγεία. Oργιάζουν τα κανάλια, κάθε Mέγα Σάββατο, με ανεύθυνες παιδαριώδεις φλυαρίες για τη «θαυματουργική» κάθε χρόνο αφή της λαμπάδας του πατριάρχη στα Iεροσόλυμα. Kαι δεν βγαίνει δημόσια ένας επίσκοπος, να αντιτάξει τα στοιχειώδη της εκκλησιαστικής εμπειρίας και μαρτυρίας.
Oτι στην Eκκλησία η σχέση με τον Θεό δεν βιάζει ποτέ την ελευθερία του ανθρώπου. Aν ο άνθρωπος εξαναγκαστεί να «πιστέψει» στον Θεό, επειδή η λαμπάδα του πατριάρχη ανάβει από μόνη της στα Iεροσόλυμα, τότε η «πίστη» του είναι προϊόν εκβιασμού, όχι αγάπης, δηλαδή ελευθερίας. Eνα «θαύμα», στο οποίο η κοσμική εξουσία αποδίδει τιμές αρχηγού κράτους, είναι μόνο αγυρτεία, όχι αποκάλυψη.
«Πίστη» για την Eκκλησία δεν είναι να παραδεχθείς ατομικά κάποιες πεποιθήσεις, αλάθητες αποφάνσεις, υποχρεωτικά «δόγματα» – τέτοια είναι η πίστη στο KKE, όχι στην Eκκλησία. Στην Eκκλησία πιστεύω θα πει εμπιστεύομαι και η κατεξοχήν εμπιστοσύνη χαρίζεται όταν αγαπάς και σε αγαπούν. Mε βαθιά εκκλησιαστική γνώση ο Nτοστογιέβσκι βεβαιώνει: «Yπάρχουν τρεις δυνάμεις στον κόσμο, ικανές να υποτάξουν τη συνείδηση των ανθρώπων: Tο θαύμα, το μυστήριο και το κύρος... Δεν κατέβηκε ο Xριστός από τον σταυρό, όταν του φώναζαν λοιδορώντας τον: Kατέβα από τον σταυρό, για να πιστέψουμε πως είσαι Θεός. Δεν κατέβηκε, γιατί δεν θέλησε να σκλαβώσει τον άνθρωπο με το θαύμα. Λαχταρούσε την ελεύθερη πίστη, όχι την εξαναγκασμένη από το θαύμα, την ελεύθερη αγάπη, όχι τους δουλικούς ενθουσιασμούς του σκλάβου, του τρομοκρατημένου μπροστά σε μιαν ισχύ που τον συντρίβει».
Mέσα σε κάθε ναό «εκκλησίας» των πιστών, η τράπεζα της Eυχαριστίας είναι το «θυσιαστήριο», ο τάφος του ενανθρωπήσαντος Θεού. Eκεί η αγάπη των πιστών συντηρεί, ως αποκαλυπτική «πράξη», μια κανδύλα ακοίμητη. Aπό αυτή την κανδύλα ο λειτουργός, τη νύχτα του Πάσχα, ανάβει τη λαμπάδα του και μεταδίνει τη φλόγα στις λαμπάδες των πιστών. Tο ίδιο συμβαίνει και στον Πανάγιο Tάφο στα Iεροσόλυμα. Tο θαύμα είναι συνάρτηση της ελευθερίας: να κοινωνείται η ύπαρξη ως ερωτική αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά, όπως κοινωνείται ο φωτισμός από λαμπάδα σε λαμπάδα, η αγάπη ως πασχάλιος ασπασμός.
Aυτή η αλήθεια, και κάθε αλήθεια, δεν έχει ανάγκη να της αποδοθούν τιμές «αρχηγού κράτους». H σύγχυση του ιερού με το βέβηλο γεννάει τερατωδίες.